main menu
Friday, August 23, 2013
  Ερωτικά ποιήματα


Ποίημα πρώτο

Η Στόφα των ονείρων

Ι

όταν ξαγρυπνώ το βράδυ, ακούω μανιωδώς
το τρίτο πρόγραμμα. Αφήνω το μυαλό μου και παρασύρεται
στους κύκλους της μουσικής. Όπως όταν το νερό του ποταμού
περιστρέφεται μέσα στο νερό μιας πιο δυνατής ροής. Η φωνή της
εκφωνήτριας είναι αυστηρή. Αναγγέλει με ακαδημαικό λιτό τρόπο
το επόμενο μουσικό απόσπασμα. 'Ακολουθεί η Ιταλική Καντάτα του Χεντελ,
αριθμός καταλόγου τάδε'.

Μπορώ να τη φανταστώ και τώρα που γράφω. Με τα κοκκάλινα
γυαλιά της, τα χείλη της, -όπως ο φρεσκοβαμμένος ασβέστης-,
ντυμένη μόνο με ζαρτιέρες...να κρατάει ένα χαρτί και να διαβάζει...

Η μουσική του τσέμπαλου φτιάχνει
κιγκλίδες, και τυλίγει το σώμα της.
Ενας ωρολογιακός μηχανισμός ξεκούρδιστος
...τα ελάσματα πετιούνται, οι βίδες τρίζουν...
Μέσα στη δαιμονισμένη καύση της φούγκας, είναι υγρή
μα δε θα βάλει ποτέ το χέρι της στην κλειτορίδα.


ΙΙ

στη μονάδα που βρίσκομαι τώρα, γνώρισα τον Χ.
Ένα ψηλό μελαγχρινό παιδί. Όποτε χαμογελάει
είναι σα να σου προσφέρει μια κουταλιά μέλι. Λιγνός, πελιδνός
σκελετός ανθρώπου, κι όλη η σάρκα νευρώδης. Σκαρί αληθινού
αγίου.

Πόσες και πόσες φορές δεν έχουμε μιλήσει για γκόμενες. Καταλήγουμε
ακριβώς στα ίδια συμπεράσματα. Μπρος γκρεμος και πίσω ρέμα.
Δεν υπάρχει κανένα σημείο επαφής. Οι γυναίκες μας φοβίζουν.
Λένε πολλά και τα περισσότερα εξ' αυτών υπερφίαλα. Είναι νομίζω
από όλους παραδεχτό, πως το κατά τ' άλλα συμπαθές αδύναμο φύλο, όπως
ακριβώς οι μαιμούδες, γοητεύεται απ' ότι γυαλίζει, και υπακούει σε
αυτόν που τον βρίζει και τον ταίζει.

Ο δυστυχής ο Καζανόβα, που του λαχε να τις έχει πάθος, κακογέρασε. Βέβαια,
και το ποτό και τα χαρτιά είναι άσχημες συνήθειες, αλλά όσοι καταπιαστήκανε
με αυτές, στα γεράματα φτιάξανε κάτι μούτρα...σα μαραμένες πούτσες.

ΙΙΙ

Τις κυριακές πίνω κάτι ωραία τσιγάρα, και οδηγώ
το αμάξι μου ακούγοντας μουσική. Μου αρέσουν οι αγροτικές
διαδρομές. Θέλω να μυρίζει θυμάρι και πεύκο ο αέρας. Να συναντώ
στο δρόμο μου κατσίκες και διάνους κι αν είναι βράδυ
ν' ακούω τα κουκουβάου και την υπόκωφη σφυρίχτρα
των νυχτερίδων.

Έτσι θα τελειώσει η ζωή μου. Θα οδηγώ και θα μου κλείσουν το δρόμο
οι κατσίκες. Γεμάτη η άσφαλτος κατσικοπόδαρα.
Τότε θα έρθει και θα με πάρει ένας βοσκός και θ' ανεβούμε
ψηλά στο βουνό, να κοιτάξουμε το αχνιστό ψωμί της πλάσης.
Κι όπως θα κλαίει ο φτωχός -χαλασμένα δόντια, καμμένο δέρμα- και
θα μου δείχνει πέρα, τη θάλασσα και το φως, τον αφρό της,
θα κλείσω τα μάτια. Σκοτάδι.

Ιν

Μ' αυτά και μ' αυτά και πολλά ψέματα έψησα
μια πιτσιρίκα και την τακτοποιώ μια στις τόσο. Το
κορίτσι είναι λές και μόλις βγήκε απ' το μηχανουργείο.
Δουλέυει ρολόι.

Στο κρεβάτι της πουλώ εξυπνάδες.
Βάζω το μάτι μου στο κωλοτρυπίδι
της και φωνάζω 'άνθρωπος στη θάλασσα'. Γελάει.
Γελάει όμορφα με την ακριμάτιστη καρδιά της.

Μιλάμε ψιθυριστά. Σχεδόν ακατάληπτα.
-Είσαι μαλα...σ
-Εισαι πουτρ...ν
-Καθε φορα που φευγω απο εδω παω και τρωω εναν αληθινο
πουτσο να χορτ...σ. Γελάει
-Μαλακκισμ κωλαρρρκι...γελάω.
Μετά ακουμπούμε τα μέτωπα μας. Κοκκινίζουμε από αγάπη.
Ανταλάσσουμε ένα ντροπαλό φιλί.

Μια μέρα με άρπαξε από κάτω και με ένα περιπαιχτικό ύφος
με ρώτησε.
-Μωρο μου ωραίος είναι ο πούτσος σου. Αλλά τ' αρχίδια σου είναι αληθινά
φανταστικά.
Τόσο απαλά και τόσο σκληρά. Απο τί είναι φτιαγμένα;
Έβαλα τα χέρια πίσω στο μαξιλάρι και κορδωθηκα...
'αυτά είναι φτιαγμένα, από την ίδια στόφα που φτιάχνονται και τα όνειρα'.




Ποίημα Δεύτερο

Η Σερβιτόρα

Τη γνώρισα σε κάποιο μπαρ
εδώ στη Ρόδο
Έχει ξετρελάνει όλους τους αρσενικούς
με τα ξεβαμμένα μπλουτζην και τα σουτιεν με δανδέλα
που φοράει
Δε μπορώ να βγάλω
από το μυαλό μου τη στιγμή που θα ξεκουμπώσει εκείνο το σουτιέν,

Δε μπορώ να βγάλω από το μυαλό μου
ένα φιλί από το στόμα της,
μέσα στο οποίο θα κατέβω σα σε χρυσωρυχείο.
 
Tuesday, July 24, 2012
 

Σύγχυση

Άνοιξα την πόρτα σήμερα το πρωί
Για να φύγω από το σπίτι.
Έχωσα τα κλειδιά βαθειά στη τσέπη μου,
Σκέφτηκα αν έχω ξεχάσει κάτι κοίταξα στο τραπέζι
Για την αλληλογραφία.
Ξαφνικά μου πέρασε από το μυαλό πως δε θυμάμαι
Αν έχουμε καλοκαίρι ή χειμώνα.
Άραγε έπρεπε να πάρω το παλτό μου;
Είχα ψώνια να κάνω; Τα οικονομικά μου πρέπει να ‘ναι
Άθλια. Ή ίσως να ‘χω κάποια λεφτά στη τράπεζα, κάποιες
Αποταμιεύσεις.

Πρέπει να πάρω λίγα χρήματα παραπάνω μαζί μου. Πρέπει να
Πάρω ένα δώρο γεννεθλίων. Νομίζω είναι τα γεννέθλια της μητέρας.
Όχι νομίζω πέρασαν.
‘Εξω μαίνεται τρικυμμία. Για αυτό είμαι βέβαιος. Ακούω τη βροχή.
Τα αμάξια είναι σταταματημένα και
τα φανάρια τους γεμίζουν με φως τις εξατμίσεις των μπροστινών.

Όλα είναι χάλια αλλά ακόμα αντέχω...ή μήπως όχι...
Όπως και να ‘χει είμαι σίγουρος πως η αληθινή αγάπη στο τέλος πάντα –έτσι πρέπει- βγαίνει
Κερδισμένη. Αυτό με καθησυχάζει...

Ανοίγω την πόρτα. Χτυπάει το τηλέφωνο. Είναι ένας φίλος...

-Σάββα πήρα να σου θυμίσω αυτό που μου είπες.
-ποιό;
-Πως είναι καλοκαίρι, πως δεν έχεις μία και πως η αληθινή αγάπη τελικά σε παράτησε. Τα λέμε.

Κατεβαίνω τα σκαλιά της πολυκατοικίας, ένα εκτυφλωτικό φως γεμίζει την είσοδο. Μπαίνω μέσα του κι εξαφανίζομαι στο χάος.
 
Sunday, January 29, 2012
 
Ο Έρωτας

Ο έρωτας αποτελείωσε τον κόσμο νομίζω. Έχει επιτελέσει το έργο
του εδώ. Όπως τα κουρδιστά παιχνίδια ολοκληρώνουμε επαναληπτικά
χειρονομίες και νεύματα. Κάποτε ίσως όλα αυτά να οδηγούσαν
σε ένα προορισμό. Ίσως κάποτε όταν έβγαζες το σακάκι ανοίγοντας την
πόρτα...όταν έπινες τον πρωινό καφέ να υπήρχε μια
προφητεία... κάποιος αόρατος δυνάστης ή ευεργέτης πλάι σου...
Τώρα όλα ερημώσαν. Τα πνεύματα επέστρεψαν στον ουρανό.
Κι η συντροφιά που κάποτε υπόσχονταν τα χείλη σου.
Το γλυκό φιλί σου...τώρα ξέβαθο, πίκρό.
 
Saturday, January 15, 2011
 
νεα μοναξια

Ξυπνησα αργα. Οχι στο κρεβατι μου.
Ουτε στο κρεβατι καποιας ερωμενης.
Απο το παραθυρο ακουγοταν ψαλμος εκκλησιας.

Η τελευταια μου αναμνηση ηταν που
ετρεχα σ' ενα σκοτεινο δρομο
να ξεφυγω απο τους αστυνομικους.

Εψαξα το παλτο μου. Ολες οι τσεπες
αδειες. Αφραγκος. Το μαχαιρι μου
κι αυτο ελειπε. Εκδορες στον αυχενα.

Κοιταξα γυρω. Τιποτα δε μου θυμιζε
τιποτα. Κι η γλωσσα με την οποια
εκανα τις σκεψεις μου ακουγοταν τεχνικη, ξενη.

Θυμηθηκα πως ειμαι αθεος. Με μια θεωρητικη
συμπαθεια προς το Σατανα βεβαια. -μια χειρονομια
ελευθεριας. Τι ηθελαν τοτε οι ψαλμοι;

Κοιταξα απο το παραθυρο. Τα συννεφα
ηταν χρυσα. Ο αερας μυριζε φρεσκο
ψωμι και καμμενη βενζινη.

Ενας αγροτικος δρομος απλωνοταν
περα στον οριζοντα. Δεκαδες ανθρωποι
εσκαβαν τη γη λατρευτικα.

Εψαξα ενα καθρεφτη να δω
το προσωπο μου. Μου περασε
η σκεψη πως δεν ημουν πια εγω.

Κοιταξα μεσα στο εσωρουχο μου.
Αυτος ηταν ο ιδιος αν οχι ακομα
πιο θηρειωδης και ατιθασος.

Ο Καστανεντα συμβουλευε για
να μη χασεις το δρομο σου
στα ονειρα να κρατας το πουλι σου.

Δεν ειχε κι αδικο. Το κρατησα λοιπον
κι εγω σφιχτα, κατεβηκα στην εισοδο
κι ανοιξα την πορτα, ολομοναχος, στο ονειρο.
 
Sunday, January 02, 2011
 
Lust

Έχω καταλάβει κάτι εδώ και πολύ καιρό. Ο έρωτας είναι ένα μεγάλο φίδι, με δεκάδες βαγόνια πίσω του. Έρπεται αργά –όλες οι αισθήσεις στην ουρά του-...τα παιδικά σου εξανθίματα, η τούρτα των γεννεθλίων, το αργό βάδισμα ενός πούμα σ' ένα ντοκυμαντερ στην τηλεόραση, όλα κατά κάποιο τρόπο τον συνθέτουν...τον αδικαιολόγητο, τον ασυγχώρητο έρωτα σου... τον οπτό σου πόθο, όπως του πορνόγερου, για το κορίτσακι με τις κοτσίδες.
 
Thursday, December 30, 2010
 
Αποκάλυψη (η το μανιφεστο του Σκρουτζ)

Είναι σχεδόν σίγουρο πως ο Χριστός δεν υπήρξε. Έχω φίλους που τους το εξηγώ και στεναχωριούνται. Κι εγω στεναχωρέθηκα όταν βεβαιώθηκα. Απλά είναι θλιβερό να γνωρίζεις πως στο διάβα τόσο αιώνων οι περισσότεροι άνθρωποι πιανονται κοροιδα. Είναι θλιβερό να συνηδητοποιείς πως κοροιδεψαν κι εσενα σε ενα βαθμο.

Η αποκάλυψη αυτή φέρνει και μια άλλη ακόμα πιο τραγική. Αν είναι κάποιος να πιστεύει κάτι ή να έχει συμφερον να πιστεύει κάτι θα κανει τα παντα να το αποδειξει. Το πιο πιθανον ειναι πως θα διαστρεβλωσει ως εκει που δεν παει τα λεγομενα και τα γραφομενα αλλων ανθρωπων ή τα δικα του για να αποδειξει πως εχει δικιο. Θα φτιαξει και μια θεωρια για αυτο, θα εχει τη δικη του ερμηνευτικη προσεγγιση. Αρα το ψεμα θα κατσει πανω στο ψεμα ωσοτου να θαψει ολοτελα τα γεγονοτα.

Μεσα σε αυτο το ντελιριο...οι ζωες των περισσοτερων απο εμας παιρνουν τον προκαθορισμενο δρομο τους...η κλιμακα ξεκινα απο το αθλιο, στο αξιοθρηνητο, στο υποφερτο, αντε και μεχρι το ευχαριστο. Όλοι ζηταμε μια αποκαλυψη. Αυτο το ηξεραν απο παντα οι αετονυχηδες και μεχρι και σημερα στο βιβλιοπωλειο μπορεις να βρεις βιβλια οδηγους που θα σου αλλαξουν τη ζωη μια για παντα. Όλοι μας ζηταμε ενα φαρμακο, ελιξιριο ιδεων και πρακτικων που θα απαλυνει τους πονους και τις αγωνιες μας. Αν δεν εχετε καριερα θα σας προτεινα να στραφειτε σε αυτο το τομεα...

Τωρα είναι η στιγμη που θα επρεπε να αναφερω τη λεξη αγαπη. Όλα καταρρεουν αλλα η αγαπη μενει. Ετσι δε λενε; Λοιπον ενα αλλο κακο πραγμα που εχουμε εμεις οι ανθρωποι ειναι η μανια μας να ονοματιζουμε. Ξερω πως αυτο βοηθησε εξελικτικα, ήταν οντως πολυ χρησιμο να καταταξουμε το γυρω μας κοσμο σε διαφορα ειδη, να κοψουμε την πραγματικοτητα στα μετρα μας και να τη χρησιμοποιησουμε όταν όμως εχουμε να κανουμε με ζητημα που αφορουν στην ανθρωπινη συμπεριφορα αυτο δε λειτουργει.

Βλεπετε εγω ποτε δε μπορεσα να προσδιορισω τι ειναι αγαπη κι ουτε εχω καμια καψα να το κανω. Επισης ουδεποτε πετυχα να χαρακτηρισω καποιον ανθρωπο ως βλακα ή εξυπνο και να μη πεσω σε μεγαλο βαθμο εξω. Ξερω πως αντιπαθω ανθρωπους αλλα αυτο δε τους κανει κακους ή καλους. Επισης καμμια φορα θελω να εξουδετερωσω καποιον γιατι με τρομαζει...αν θες μπορεις να το ονομασεις μισος...αλλα δεν ειναι κατι περα απο μια αμυνα ή μια επιθεση.

Η αγαπη ομως τι ειναι. Ειναι συναισθημα; Ειναι πραξη; Αρκει να σε νοιαζομαι για να σε αγαπω και ποιο ειναι το οριο; Χρειαζεται να λησμονησω το δικο μου εαυτο; Και βεβαια αυτο ειναι εφικτο στη διαρκεια του οργασμου ή όταν συμπονας καποιον και του δινεις το ειναι σου για να τον βοηθησεις...αλλα ειναι εφικτο να ζησεις ολη σου τη ζωη μεσα σε αυτη την εκμηδενιση; Εξ' ου και ο μοναχισμος και ο μαζωχισμος και ολη αυτη η σχιζοφρενεια του συγχρονου ανθρωπου. Η αεναη εξομολογηση των τυψεων που δε σταθηκαμε αξιοι μιας ζωης εμπλεης αγαπης και αφοσιωσης.

Για τη νεα χρονια σας ευχομαι να ζησετε τις απολαυσεις και τα βασανα της ζωης απαλαγμενοι απο ολους αυτους τους σκοταδισμους...ναι πραγματι σας ευχομαι ενα ετος χωρις αγαπη...με δυναμη και σεβασμο για τις ζωες των γυρω σας και τη δικη σας...

Η αγαπη...τι κουφια λεξη...χαλκος ηχών...κυμβαλο αλαλάζον.
 
Sunday, October 10, 2010
 
grow old with me

I

μεινε μαζι μου ως τα βαθεια γεραματα
θελω να σ εκδικηθω οταν θα εισαι
ανικανη ν' αντεπιτεθεις

κι αμα θα μας ψαχνουν στους γιατρους
εμεις θα αποκοιμιομαστε στο χωμα,
σ'ενα στρωμα απο φυλλα ευλογημενοι
απ το θεο

II

σε αυτο το διαβα δεν υπαρχουν αλλοι
κι ουτε υπαρχει γλωσσα να εκφρασει
την αγαπη δυο ανθρωπων
ετσι νομιζω κι ετσι επιλεγω να στο
πω

...
 
Monday, August 23, 2010
 
Ι

σου λεω πολλά ψέματα, για να με αντέξεις
και καθε μερα χτιζω κατι ακομα
στην υποκρισια μου
και διορθώνω λίγο την παράσταση...ωστε
να μεινω πλάι σου για λιγο ακομα


το μυαλό μου είναι μουδιασμένο, σαν
από αναισθητικό. ίσως να έρθουν
ξανά οι μέρες της έμπνευσης. Ζηλεύω
αυτούς που βάλαν τη πυξίδα βαθειά στο
κεφάλι. Αλλά εμένα δε μου νογάει άλλο...
πέρα απ' το να μαι στην αγγαλιά σου
 
Tuesday, June 29, 2010
 
MOUSAKA...PITA...DEMOCRACY


Δύο τύποι με μαύρα γυαλιά πίνουν καφέ στο δημόσιο καφέ απέναντι στη Μαρίνα. Τους παρακολουθώ από ώρα. Καπνίζω τάχα αδιάφορος το τσιγάρο μου. Ρουφώ πότε πότε μια γουλιά από τον καφέ μου. Η άνοιξη έχει φέρει μια ανανέωση στον αέρα. Ακόμα και οι γέροι βαδίζουν με νέα δύναμη, τα οστά, οι αδένες, οι μύς έχουν νεύρο.

Κυριαρχούν oi ηχοι των εργαλείων , oi κόρνες, -φουστάνια διέρχονται βιαστικά-, ένα παιδί κυνηγά ένα περιστέρι...κι ανάμεσα η δυστυχής μορφή μου.... Είμαι ένα θεόρατο κεφάλι με μια χοντρή μύτη ακριβώς όπως τ' αγάλματα της νήσου του Πάσχα. Είμαι μεθυσμένος από νωρίς.

Τελευταία αλητεύω πολύ. Παίρνω τους δρόμους απλά. Κάθε μέρα παρατηρώ και κάτι. Εχθές παρατηρούσα κώλους. Μικρές και μεγάλες έχουν βγει για σουλάτσο και παρά τις καθημερινές τους εφιδρώσεις σε γυμναστήρια οι καταθλιπτικές τηλεθεάσεις του χειμώνα έχουν αφήσει το στίγμα τους. Κανένα σώμα δεν έχει τη γλυπτική, εμπορική φινέτσα που επιθυμεί. Κώλοι μεγάλοι, ξεχείλωτοι όπως το ζυμάρι στη λεκάνη, κώλοι σουπρημ.

Σήμερα παρατηρώ ύποπτους τύπους. Τύπους με μαύρα γυαλιά. Τύπους σκοτεινούς. Ζω μέσα σε ένα αστυνομικό μυθιστόρημα. Τα γνωρίζω όλα. Απλά είμαι πολύ κυνικός για να ασχοληθώ. Απολαμβάνω να παρακολουθώ το έγκλημα όπως άλλοτε τους σκυλοκαυγάδες στη γειτονιά. Μια πουτάνα γύρω στα σαράντα καθέται σε ένα απόμερο τραπέζι. Φοράει μπεζ κοντό φουστάνι, ένα αναγεννησιακό σακάκι μέσα από το οποίο βγαίνουν κατάσπρα τα στήθη της. Φοράει γυαλιά ηλίου με επιχρυσωμένο σκελετό.

'Γκαρσόν'. Ένας καραφλός θέλει να παραγγείλει. Ο σερβιτόρος του δίνει τα ρέστα. Σκέφτομαι πως όλοι οι μαλάκες τα έχουν κανονισμένα. Κι εγώ είμαι στην απ' έξω. Ρουφώ το τσιγάρο μου. Πρέπει κάτι να κάνω να μπω στο παιχνίδι. Η μεσόκοπη πουτάνα φεύγει αναστατωμένη -οι τσάντες από τα ψώνια της πέφτουν, ένας αλλοδαπός τη βοηθάει, χαμογελάει σαν άλογο. Ναι σκέφτομαι πως πρέπει να μπω στο παιχνίδι. Υπάρχουν λεφτά, απολαύσεις, σπίτια, κύρος. Υπάρχει έγκλημα εκεί έξω. Πρέπει κάτι να κάνω να μπω στο παιχνίδι.

Σβήνω το τσιγάρο μου και σηκώνομαι να φύγω. Άρον άρον με τα φαγωμένα αθλητικά μου παπούτσια. Διασχίζω το δρόμο, φτάνω στο συντριβάνι. Σκοντάφτω πάνω σε κάτι τουρίστες. Το κεφάλι μου είναι ο μύλος της παιδικής χαράς. Όλα γυρίζουν. Παραπατάω σα τυφλός ανάμεσα στο πλήθος, απλώνω τα χέρια για να μη χτυπήσω. Μου φαίνεται πως καταρρέω. Όταν πια τα γόνατά μου είναι έτοιμα να λυγίσουν καταφέρνω και στηρίζομαι στο πρώτο σώμα που βρίσκω μπροστά μου. Το φως λιγοστεύει. Κρατιέμαι πάνω του απεγνωσμένα. Μέσα στο σκότος της ντίρλας μου βαστώ ένα σώμα σα σημαδούρα. Πέφτω μαζί του ιλιγγιωδώς. Κενό.
 
Sunday, March 07, 2010
 
Δε με νοιάζει. Το σκέφτηκα εχθές
το βράδυ μετά από μερικές μπύρες.
Ζαλιζόμουν. Για πρώτη φορά μετά από καιρό
είχα μια στιγμή διαύγειας. Έκλεισα
τα μάτια κι είδα ένα εξοχικό δρόμο.
Μπορούσα να ακούω το αργό μου βάδισμα
-πως έτριζα. Ο αέρας πάνω στα αγριόχορτα.
Περπατούσα, ώρες ολόκληρες με δυο σκληρά παπούτσια.
Ένας κορμός και μια
σκιά που κινείται πάνω στα τακούνια
της.
 
Tuesday, February 23, 2010
 
Καθώς περπατούσα σήμερα, σκέφτηκα πόσο λίγο σκέφτομαι το τελευταίο καιρό. Σκέφτομαι ελάχιστα. Το ξεκίνησα σαν άσκηση ηρεμίας και τώρα με έχει κυριεύσει.

Κατά ένα τρόπο δε ταυτίζεται και το σώμα μου με τον εαυτό μου. Άσε που ανακάλυψα πως ότι είχα ονειρευτεί για μένα μικρότερος ήταν λάθος. Τα περισσότερα ήταν απομιμήσεις από ταινίες και βιβλία. Χειρονομίες που ξεπατίκωσα, ιδέες, πάθη.

Έκανα ξεσκαρτάρισμα οριστικό λοιπόν και το μόνο που έμεινε είναι η επίγνωση πως μεγαλώνω και μια μέρα θα πεθάνω.
 
Friday, January 22, 2010
 
Έπιασαν οι ζέστες. Οι αφόρητες εξολοθρευτικές ζέστες. Ότι και να πω, ότι και να κάνω σε αυτή τη ζωή υπάρχει κάτι, ένας εαυτός πίσω από τις μάσκες που βάζω συχνά, υπάρχει κάτι που θα μένει ακέραιο, αναλοίωτο. Είναι ο καυτός ήλιος μέσα μου.

Όχι ο ήλιος των Ινκας, δεν είναι εξωγήινος Θεός ο δικός μου ήλιος, δε φορώ χαιμάλια στα μπράτσα, δε ρουφώ κόκα, ούτε έχω μακριά μαλλιά.

Ο δικός μου ο ήλιος είναι σγουρός και τεμπέλης. Ένας γλυκός χουρμάς για το τέλος κάθε νύχτας που χόρεψα εξουθενωμένος.

Δεν εξηγεί, δεν εξουσιάζει, δεν αποκαλύπτει. Με χάρακα μια φοινικιά μοιράζει τη σκιά πάνω από τα πρόσωπα...Σε ένα κομμάτι χαρτί, ρουφόντας τον καφέ, σημειώνει την αριθμητική μιας γυναίκας και των εβένινων ματιών της.

Ο ήλιος ο δικός μου είναι μουσουλμάνος. Τη γυναίκα του την έχει φασκιωμένη μέσα σε χίλια κι ένα όνειρα.
 
Wednesday, January 13, 2010
 
μα σ'όλα πρέπει να τολμώ έτσι φτωχιά που είμαι

ξυπνάω το πρωί και βλέπω
το σώμα μου στον καθρέφτη, κι
αναρωτιέμαι πως γίνεται κι όλα
τα όμορφα χαραμίζονται σε αυτό τον κόσμο.

σε αγαπώ. τόσο απλά. και μη μου
στέλνεις το μαλάκα τον Οικονομόπουλο
να μου πει φιλοσοφίες για την αγάπη.
είσαι στα καλά σου; είναι ξανθός.

πριν πολλά χρόνια είχα ερωτευτεί παράφορα.
άκουσε με. δεν είχα ερωτευτεί κάποια. είχα
ερωτευτεί τον εαυτό μου μέσα από κάποια άλλη.
κι έγραφα όμορφα για μένα. για τον πόνο μου.

η κατάσταση βγήκε εκτός ελέγχου. ένας φίλος
μου πρότεινε λοβοτομή. πήγα στο νοσοκομείο
κι έκανα περιτομή. έτσι είμαι.
στα δύσκολα επιστρέφω στο πουλί μου.

τώρα έχω ερωτευτεί αληθινά. γράφω απαίσια.
αλλά τα πόδια μου τρίζουν στο έδαφος.
είμαι όπως οι γέροι στους δρόμους.
αργός και θυμωμένος.

λέγε με ανισσόροπο, λέγε με ότι θες.
βλέπεις δεν έχει σημασία τι λένε οι άλλοι.
ή τι πιστεύουν οι άλλοι. η καρδιά μου
το ξέρει τι νιώθω.

και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα
ζήσω και δε θα συμμαζέψω τίποτα
από τις συμφορές που μου έφερε
το πάθος μου για σένα.

γιατί το λεγαν και οι αρχαίοι μας
πρόγονοι. λυσιμελής. έτσι είναι ο έρωτας
μόνο μπελάδες φέρνει. κι έχοντας κάλα
γνώση του τι θα πει αυτό...έχω τα κότσια...

να σου λέω σ'αγαπώ

(ο τίτλος είναι στίχος της Σαπφούς)
 
Monday, January 11, 2010
 
ζωντανοί μύθοι

επέστρεψε μια φορά
κι ας είναι χειμώνας
φέρε πίσω κάθε άνεμο, κάθε μικρό άνεμο

στη αγγαλιά σου
δώσε μου. Μια υπογραφή. Κουράων ιερό γένος

δώσε μου λεπτομέρειες για τη καινούρια
σου ζωή. πες μου αν αγαπάς αλλού.
πες μου αν με ξεπέρασες.

λίγο λίγο στην κουβέντα
θα τον χάσω τον εαυτό μου. Απ' τον πόνο.
 
Sunday, January 10, 2010
 
post lost

Είναι κάπως περίεργο να γράφω μπροστά
Σε τρίτους. Όμως τ’ αλλάζει όλα το ότι είσαι εσύ.
Το κάνει λίγο να μοιάζει με προσευχή.
Κι όπως είναι τα πράγματα σήμερα, το έχω τόσο ανάγκη να
Προσευχηθώ.

Ο καπνός του τσιγάρου με καλύπτει όπως καλύπτει
Η ομίχλη ένα χιονισμένο βουνό. Πέρασε ένας μήνας
Που απλά κάθομαι εδώ. Απλά κάθομαι και χαζεύω
Τη δίνη σου.
Δε ξέρω αν σου το είπα, αλλά είναι μια ευλογία για μένα
Που είσαι εδώ. Τι άλλο μπορεί να κάνει κάποιος σαν κι εμένα
Από το να καθήσει και να περιμένει, να περιμένει...να τον
Καλύψει ολότελα το χιόνι των φιλιών σου.

Υπήρξα ανυπόφορος στη ζωή μου. Περίεργος, σχολαστικός.
Πέρασα τα χρόνια μου φιλονικώντας μ’ ένα σωρό γυναίκες.
Έφτασα μαζί τους στο τέλος της γραμμής. Τις περισσότερες φορές
Αποχαιρετηθήκαμε με θυμό, ευγνώμονες που απaλασσόμασταν
Ο ένας από την παρουσία του άλλου. Μαζί σου αποφάσισα να
Μη το παίξω αυτό το παιχνίδι. Πέρα από το οτί είναι επίπονο, δε
Το αξίζεις. Άλλαξα. Κι έτσι αφήνω τη μοίρα μου, να με παρασύρει στο
Βάθος της ζωής σου.
 
Saturday, January 09, 2010
 
Γειά σου

Αν σε είχα, που δε θέλω να σε έχω, δε
Θέλω να έχω τίποτα.

Τέλος πάντων αν, δηλαδή,
Αν τα καταφέρναμε να προσπεράσουμε τα πρώτα
Εμπόδια της ανθρώπινης γνωριμίας

Θα σου πρόσφερα όλο μου
Το χρόνο απλόχερα όπως προσφέρει ο Θεός
Απλόχερα τη βροχή στους διακονιάρηδες στη λεωφόρο.

Θα ήμουνα εκεί να σου τραγουδήσω χαυνός
Τη νύχτα. Καθώς κοιμάσαι κι όλα τα σήματα,
Είναι σκουπίδια. Ξάγρυπνος ανάμεσα
Στους τενεκέδες τους εγώ θα επέμενα
Να σου τραγουδώ.

Έχω χάσει το δρόμο μου. Έχω χάσει το σπίτι μου.
Μόνο εσύ μου θυμίζεις ποιός είμαι. Κι αυτό
Δε θα σου το συγχωρήσω ποτέ. Ήρθες όπως
Εκείνοι οι ενοχλητικοί πόνοι στη μέση.
Οι αποστάξεις του αρώματός σου μένουν στα μύχια.
Με αποδυναμώνουν.

Έχω κακογεράσει. Θυμωμένα. Μέσα στα πείσματά
Μου, μέσα στο γινάτι, την οργή για ελευθερία
Και δικαιοσύνη. Έχασα την ανθρώπινη συμπόνια.
Δε δίνω δεκάρα τσακιστή για σένα. Στη δημοκρατία
Του δολάριου είμαστε όλοι Ρωμαίοι αυτοκράτορες
Λίγο πριν την αυτοχειρία.

Η αγάπη είναι ένα γεγονός τόσο απαράμιλλο. Λένε.
Ναι, δεν έχει πρόσημο. Χωράει όπως ο πούστης σε
Κάθε σπιτικό σε κάθε τζάκι σε κάθε κράτος.
Έκλεισα τη τηλεόραση και τη λησμόνησα. Βλέπεις.
Για αυτό σου ξαναλέω χάρισε μου μια βόλτα
Κι εγώ θα σου δώσω όλο μου το χρόνο για το τίποτα.
Νομίζω αυτό αρκεί.

Και θα είμαι εκεί να σου τραγουδήσω, αυλός,
Το βράδυ, πάνω από το σώμα σου, όταν
Όλα τα σήματά τους είναι σκουπίδια.
 
Tuesday, December 15, 2009
 
Ο Έλληνας

Βρίσκεται σε ένα σκοτεινό δωμάτιο και βλέπει τηλεόραση.
Σωριασμένος στον καναπέ. Γύρω του ακριβά ηλεκτρονικά γκάτζετ,
άδειες συσκευασίες από πατατάκια και σοκολάτες -κάλτσες
και λερωμένα σώβρακα.

Καταβροχθίζει ένα χάμπουργκερ, τα μάτια του καρφωμένα στο φως μιας
αμερικάνικης ταινίας.

Ρουφάει τη μύτη του.

Νιώθει να του 'ρχεται ένα φτέρνισμα και τρίβει τη μύτη του για να το σταματήσει.
Τον ενοχλεί ακόμα.

Κοιτάζει γύρω στο δωμάτιο και πιάνει μια κάλτσα.

Την εξετάζει προσεχτικά και μετά φυσάει τη μύτη του πάνω της.

Μετά πετάει την κάλτσα και συνεχίζει να τρώει το μπιφτέκι του.

Η ταινία δείχνει τρομαχτικές σκηνές βίας. Μασάει απαθής.

Πιάνει άλλη κάλτσα. Δε του κάνει. Την πετάει.

Πιάνει μια άλλη. Την εξετάζει. Είναι ότι πρέπει.

Βάζει το πέος του μέσα στην κάλτσα και αυνανίζεται μέχρι που
χύνει -χωρίς ίχνος ηδονής.

Βγάζει την κάλτσα από το πουλί του και την πετάει.

Ξετυλίγει ένα ακόμα χάμπουργκερ.

απόδοση από το θεατρικό της Σάρα Κέην...'Phaedra's love'
 
Wednesday, December 09, 2009
 
όλοι και πάλι ένα

Οι άνθρωποι έχουν ανάγκη να ξαγρυπνούν.
Είναι μέσα στο γονίδιο μας. Κι εχθές όταν
Σου μιλούσα στο μπαρ μισός αφοσιωμένος
Στο πουλί μου, μισός στο τσιγάρο...
Ένιωθα την καταστροφική επίδραση του έρωτα.
Το άλεσμα των σωμάτων και του ιδρώτα.
-ένας υπέρβαρος μεθύστακας με έσπρωχνε από πίσω-
Έτσι, κινούμε ο ένας τον άλλο στη χοάνη της αμαρτίας.

Το πρωί κατέφθασε αργά. Περπάτησα όλη την πόλη.
Προτιμώ να περπατώ. Τι να τον κάνεις το δρόμο
Χωρίς να τον περπατάς. Τι να τις κάνεις τις ωραίες
Γυναίκες στα περιοδικά, τα γκλος συνθήματα των
Διαφημιστών. Πρέπει να δεις τα πάντα από κοντά αδερφέ
Μου. Να γυρέψεις στο διάβα της ζωής την ομορφιά.
Όπως την καταλαβαίνεις εσύ.

Ο ήλιος είχε μέσα ένα πρόσωπο, την χαμογελαστή κεφάλη
Ενός χολυγουντιανού αστέρα. Κατακίτρινος σα συσκευασία
Για δημητριακά. Με πήγαιναν τα πόδια μου. Τα πόδια μου
Με πάνε πάντα. Μπροστά το ένστικτο και πίσω εγώ. Σέρνομαι
Ο σκλάβος. Και τα πόδια μου ανεβαίνουν τα σκαλοπάτια,
Χορεύουν εύθυμα σε κάποια ερημική στάση. Φοράνε
Τα λουστρίνια τους και σφυρίζουν ανέμελα.

Πως γίνεται και είμαστε όλοι τόσο ίδιοι. Καιρό τώρα
Το έχω στο μυαλό μου. Όλες αυτές οι φίφες για
Διαφορετικότητα. Όχι. Είμαστε όλοι οι ίδιοι. Η ίδια
Ψυχή, το ίδιο πρωτόπλασμα κάτω από το μικροσκόπιο,
Η ίδια συμφορά, η ίδια ελεονοσία.
Κανείς θα έπρεπε να είναι πολύ μαλάκας για να αποφύγει
Τη λαικότητα της πλάσης. Το ότι γεννηθήκαμε σε χωριστά
Καβούκια είναι το κρίμα. Αγάλι αγάλι θα γίνουμε όλοι ένα.

Στα μπαρ ή στα πανηγύρια. Μέσα από τηλεοπτικές σούπες
Της σειράς. Στο δρόμο, περιμένοντας το φανάρι, τα ίδια
Αξύριστα πρωτεύοντα. Στις παραλίες. Όλοι.
Στις δημόσιες υπηρεσίες. Με την
χαζοβιόλα τη ζωή να πιστοποιείται και να επιχορηγείται και να
Συνταξιοδοτείται. Στα σχολεία. Όλοι. Ένα.
Στους καμπινέδες και στον Υμηττό γιορτάζοντας τα κούλουμα.

Ότι και να πεις και ότι και να κάνεις αποκλείεται να το αποφύγεις.
Ανοίγω την πόρτα και βγαίνω στο κρύο. Είναι τρεις και τριανταπέντε.
Ο χοντρός με αγκάλιασε. Με κέρασε και μερικά σφηνάκια.
Η γκόμενα μου υποσχέθηκε... το συνηθίζουν αυτό οι γκόμενες. Μετά
Έφυγε μ’έναν άλλο.
Δεν υπάρχει κανένας. Ουσιαστικά δεν υπάρχω κι εγώ.
Γιατί δεν έχω που να πάω.
Ακούω μόνο τον ισχυρό άνεμο. Μια σφυρίχτρα δίνης να τρέχει
Κούρσα ολούθε.

Εξαφανισμένοι όλοι στη χοάνη της αμαρτίας. Όλοι και πάλι ένα.
 
Sunday, November 29, 2009
 
η μικρή φλόγα

Υπάρχει μια φλόγα που χορεύει γύρω μου όταν κοιμάμαι
Και πλησιάζουν τα Χριστούγεννα. Κατεβαίνει τον αυχένα μου
Εως και τα νύχια των ποδιών μου. Είναι η φλόγα του Χριστού.

Έχουν περάσει αρκετές εποχές από τότε που ήμουν κι εγώ
Ένα πρωτόγονο παιδί. Η Μεσοζωική περίοδος, όταν γλιστρούσα
Με το σώβρακο τις σκάλες.

Κλείνουν τα φώτα. ακούγεται το ροκάνισμα
Της σινεματικής λήψης.


Η μητέρα φέρνει το κρασί
Στο τραπέζι κάποιος βιάζεται να τσιμπήσει από τη γαλοπούλα,
Ακούγεται η αδερφή μου να κλαίει από το δωμάτιο. Κάποιοι συζητούν.
-Γιώργο γερνάμε. Πως αφήσαμε να μας συμβεί κάτι τέτοιο...

Εγώ στη θέση μου ντυμένος αστεία με ένα παπιγιόν πουά.
Σκέφτομαι τη Σοφία με τα κατακόκκινα χείλη. Είμαι ερωτευμένος μαζί της.
Κρατώ τη μύτη μου...κλείνω τα μάτια και σλουυυυρπ!

Στο βυθό μου. Τα χείλη μου σπαρταρούν. Θέλω να τη φιλήσω.
Και τι δε θα δινα να τη φιλησω!


Μερικοί άνθρωποι μπορούν να πηδάνε από χώρα σε χώρα
Ανάλαφροι. Τέτοιος άνθρωπος υπήρξα κι εγώ. Ταξίδεψα
Όπως ο αέρας και ακόμα στροβιλίζομαι, διαρκώς, αέναα.

Τη μέρα που πέθανε η ψυχή μου χρημάτισα έναν γρύλο
Με φράκο να μου παίζει στο πιάνο τις αγαπημένες μου
Σονάτες. Ένας σολίστ στο τσεπάκι μου.

Όσο αφορά το φαλλό μου ουδέποτε θεώρησα πως
Έχει κάτι το ιδιαίτερο, αλλά είναι ο μόνος Ορθός
Λόγος που μου έχει απομείνει.

Όλα είναι θέμα καταγωγής βλέπεις. Όπως
Εκείνα τα σπίτια των ζωγράφων που έχουν αρχιτεκτονική
Αρχοντικού και χρώμα τσιγγάνικο. Αιμομιξία.

Βαθειά στο αίμα μου είμαι το αλλόκοτο το ακαθόριστο.
Αυτό που δε μπόρεσες ποτέ να κατατάξεις με την
Ανθρωπολογία σου ή τη ζωολογία σου ή την κοινωνιολογία σου.

Γιατί είμαι εγώ. Κι όταν κοιμάμαι και πλησιάζουν
τα Χριστούγεννα μια φλόγα χορεύει σα τρελή γύρω
Απ’ το κορμί μου. Είναι η φλόγα του Χριστού.
 
Wednesday, November 04, 2009
 
drive-in

Οδηγώ καταμεσήμερο και νιώθω ευτυχισμένος, μια σκέτη
...ανθρώπινη ευτυχία. Φαίνεται να πήδηξα μερικούς αιώνες
Μπροστά, περισυνέλλεξα τα ερείπια μου και σηκώθηκα. Για χάρη σου.

Δεκάδες κατεστραμμένα μέλη, με το μηχανισμό, με τον ιδρώτα μου
Τρεκλίζουν σα το σκουριασμένο ρομπότ. Ανεβαίνω με κλαγγές και
θόρυβο το δρόμο. Είναι αύγουστος κι η θάλασσα πλάι είναι τα μάτια του Θωρ.

Βήχω τα λόγια της αγάπης. Μιλώ όπως οι βάτραχοι, όπως οι κακοί
Στις ταινίες φαντασίας. ‘Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ’ μέσα από το σωρό
Με τα παλιοσίδερα, μέσα απ’ το βαρέλι...μανσάρω ολομόναχος το βράδυ.

Και μετά στο κρεβάτι, είμαι σχεδόν και πάλι σωρός. ενώνω τα οστά.
και σιγά σιγά γυρίζω το τροχό ωσότου να υγρανθείς...η παλιά μου ψυχή
υπάρχει... Τρομαχτικό, αν το σκεφτείς, μετά από τόσο καιρό.

Υπάρχει εκεί. Από κάτω, από μέσα. Mια γριά, μάγισσα ψυχή
που τραγουδάει και χορεύει διαβολοτραγούδια. Δε σέβεται, δε σέβεται ούτε εμένα
Ούτε εσένα. Xωρίς σταματημό, μας σπρώχνει, μας ρυμουλκεί στους κάμπους.
 
Saturday, October 31, 2009
 
Futura

Διέξοδος δεν θα υπάρξει. Έχω βάλει τα όνειρά μου
Σε μπουκάλες. Μυρίζω όπως τα μωρά.
Ανακάλυψα πως αν είσαι πραγματικά αθώος δε
Θα μπορέσεις ποτέ να το κρύψεις.

Ζούμε στην εποχή του κυνισμού. Είναι μια ακόμα
Ιδεολογία. Ένας τρόπος να παραμυθιάζονται οι μάζες.
Να λατρεύουν τις τράπεζες ή να τις μισούν.
Να προσκυνούν το χρήμα ή να το ξορκίζουν.

Κλείνω αυτό το βιβλίο οριστικά. Το διάβασα.
Ο Πίπις γάμησε τη Μαρία. Κι η Μαρία γάμησε
Τον Πίπη. Και μετά όλους μαζί τους γάμησε
Το κούφιο μυαλό τους.

Πάντως όταν κλείνει μια εποχή δε γίνεται να
Επιστρέψεις σε μια άλλη. Δε θα είχε νόημα
Να μιλήσω για το φεγγάρι. Το καταλαβαίνεις;
Ούτε να απενεχοποιήσω την ευτυχία ή την ηδονή.

Είμαστε λίγο γέροι. Είμαστε λίγο ακόμα νέοι.
Κράξαμε καιρό όπως οι κότες στο κοτέτσι.
Φάγαμε ο ένας τον άλλο...μάλλιασε η γλώσσα μας.
Μα η ουσία βρίσκεται στο στεγνό μας στόμα.

Η αγάπη; Χμ. Νομίζω πως το ξέρεις κι εσύ
Πως ανεμίζοντας κάθε είδους σημαίες δεν
Πρόκειται να αλλάξει τίποτα. Καλύτερα
Προσπάθησε να φανταστείς τον εαυτό σου χωρίς φαντασία.

Οσφρίσου. Έχω βάλει τα όνειρά μου σε μπουκάλες.
Μυρίζω όπως τα μωρά. Ανακάλυψα πως αν είσαι
Πραγματικά αθώος δε θα μπορέσεις ποτέ
Να το κρύψεις.
 
Friday, September 18, 2009
 
Χωρίς Στοργή

Κάθομαι σε μια γωνιά και κοιτάζω τη ζωή μου
Και μου θυμίζει ανασκαφή χωρίς ευρήματα.
Τόσα χρόνια κατέβηκα μέχρι το κέντρο της γης
Και το μόνο που έφερα πίσω είναι τον
Εαυτό μου!

Δε με συγκινεί πια το αλκοόλ και ντρέπομαι
Να τηλεφωνήσω στις άκρες μου για
Τσιγάρα. Κάθομαι όπως η μαιμού στο κλαδί
της και περιμένω να πεθάνω.
‘Η κλήση σας δεν αντιστοιχεί σε συνδρομητή του ΟΤΕ’

Υπάρχουν κάποιες ελπίδες σωτηρίας
Μα τις αποστρέφομαι. Αποστρέφομαι τα
Πάντα. Βαριέμαι και τους κολασμένους,
Οι καλύτεροι από αυτούς τρώνε τα κόπρανά
Τους. Μπορώ πια και συμμερίζομαι τους ασκητές.

Ούτε μια μέρα άξια, ούτε μια κουβέντα πλήρης.
Άδεια η μέρα, χωρίς ψωμί. Κοιτάζω το Χριστό
Και λυπάμαι που δε μπορώ να σηκωθώ
Στο κάλεσμα του. Αλλού τα θαύματα όμως φίλε, εδώ,
Το κλείσαμε.

Πίσω από τα σπίτια υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι
Είναι σφαλιχτοι σα σπίτια. Η σκιά τους είναι το δρεπάνι
Του Άδη, ένα ερωτηματικό που απλώνει στο πάτωμα
Και στο τοίχο. Και μετά βγαίνουν έξω χαμογελαστοί
Και άρτιοι. Είναι παντελώς τρελοί!

Θα μπορούσα να σκαρφιστώ ένα σωρό
Εξυπνάδες και κόλπα για να τα βολέψω στο
Μυαλό μου. Αλλά το μυαλό μου δε βολεύεται.
Όχι. Δεν είναι ανατρεπτικό... οι καθαρά ανατρεπτικοί
Άνθρωποι μου είναι αδιάφοροι όσο κι οι παπάδες. Απλά το
Μυαλό μου είναι, πως να το εξηγήσω, αβόλευτο...δε βολεύεται
Χωρίς στοργή.
 
Tuesday, September 15, 2009
 
Σα μικρό παιδί

Γυρνάμε το βράδυ από μια ακόμη έξοδο. Εσύ
Είσαι λίγο μεθυσμένη –απλά γελάς- κι εγώ στις
Σκέψεις μου...σκέφτομαι πως θα κατέβω από
Την επόμενη υδροροή, στην κόλαση.
Κι έπειτα στο κρεβάτι...όλα μοιάζουν με εφιάλτη...το φεγγάρι
Παίζει καραμούζα. Ανάβουν τα αυτιά μου, οι αισθήσεις όλες
Σε συναγερμό. Κάνουμε έρωτα.

Στις τρεις σε περιμένω στο σταθμό. Φοράω εκείνο το
Σακάκι με τις κακοραμμένες κουμπότρυπες. Ειλικρινά νιώθω
κλόουν, όμως περιμένω, κάθιδρος. Σε βλέπω να φθάνεις
Κι είναι η εικόνα σου...σα να τα χω πιει πάνω σε βάρκα και να έχει
9 μποφόρ και να μου προσφέρουν ένα κατακόκκινο
Λουλούδι. Είσαι απλά υπέροχη.
Σε λίγο, στο σπίτι, κρατώ τα πόδια σου ανοιχτά. Δε ξέρω κι εγώ τι βλέπω.
Τη ζωή μου όλη...Βγάζω το σακάκι και παγώνω. Ξεμένω από αστεία. Φιλιόμαστε
Σαν μοιραίοι εραστές.

Έχω πεθάνει. Στα σοβαρά έχω πεθάνει. Είμαι στον άλλο κόσμο.
Εϊμαι οργισμένος. Δε μπορείς να φανταστείς πόσο οργισμένος είμαι.
Όλη η επαναστατικότητα –ένας θεός ξέρει που τη βρήκα- είναι συμμαζεμένη
Στο κεφάλι μου. Κουνώ τη γροθιά μου...βρίζω,
Κάποιοι άγιοι προσπαθούν να με συνεφέρουν. Ένας ξερακιανός με ευπροσήγορα
Μάτια μου προσφέρει ένα ποτήρι νερό. Το κεφάλι μου είναι χάλια.
Κάνω μέρες να μιλήσω...
Αργότερα βρίσκομαι μπροστά σε μια επιτροπή, από αυτές που φτιάχνουν συνήθως
Για να συνετίσουν τους μαλάκες. Ακούω γελάκια στο βάθος...αποδοκιμασίες σφυρίγματα. Με οδηγούν μπροστά στον Κύριο...
‘Κύριε...θα πρέπει να κάνετε κάποιο λάθος, δε μπορεί να πέθανα’ Του λέω με ύφος.
‘Και γιατί αυτό’ λέει σηκώνοντας τα φρύδια
‘γιατί είμαι ερωτευμένος’ απαντώ με μισή φωνή, σα μικρό παιδί.
 
Saturday, August 08, 2009
 
καημός

Τι να πω ψέμματα, μου τα πήρε απο εδω
Κι επειτα απο κει
Μέσα στη φουρτούνα, τα κανα όλα, τα πα όλα
Μέσα στο νερό
Δεν έχω δικαιολογίες, ούτε απολογίες, δεν έχω άλλη
Δοσοληψία γενικά
Σύρε το χέρι σου και κόψε με, κόψε με να λυτρωθώ

Όπου μας πάει κι όπου μας πήγε, λίγο από εδώ
Κι έπειτα πιο κάτω
Πνίγηκα και νόημα δε βγήκε, δεν πνίγηκε η ντροπή
Κι έτσι το αφήνω και αυτό με αφήνει
Και πίνω
Μα δεν πνίγεται η ντροπή

Να το πω στους αγγέλους, σε αυτούς να το πω
Μα που να κοιτάξω
Που τα έχω όλα μπερδεμένα
Σε βλέπω για να τυφλωθώ, σου μιλώ να μουγγαθώ
Στους αγγέλους θα το πω
Σύρε τη φλόγα σου και κάψε με, κάψε με να λυτρωθώ
 
Saturday, July 18, 2009
 
άφετε τα παιδια...

Έχει αφόρητη ζέστη, ζέστη που
Δε θα άντεχε κανένας. Δε σκέφτομαι πια
Πως προτιμώ να πεθάνω. Σιγά σιγά απλά
Ξεμωραίνομαι, ξεχνώ. Κι έτσι είναι σα
Να είμαι πεθαμένος, ουσιαστικά.

Τίποτα δε θα γυρίσει, τίποτα δε θα επιστρέψει.
Έχω ξεχάσει όλες τις ταινίες που έχω δει, όλα τα
Ποίηματα που έχω διαβάσει. Προ λίγου καιρού
Έκανα το τελευταίο βήμα. Πέρασα το όριο. Αν ανοίξεις
Το σώμα μου έχουν μείνει μόνο τα καρφιά και τα ξύλα.
Δεν υπάρχει αίμα.

Υπάρχουν άνθρωποι που ακόμα τραγουδούν. Ακούω τραγούδια
Στο ραδιόφωνο και μερικές φορές σιγοτραγουδώ. Μόνο που
Τραγουδώ όπως οι μωροί. Μουρμουρώ λίγο, να περάσει η ώρα.
Όλες οι επιθυμίες με οδήγησαν στην καταστροφή. Τώρα δεν επιθυμώ
Ούτε καν να καταστραφώ.
Κι ειλικρινά νιώθω πως το σώμα μου είναι ένα κλουβί.

Στους σταθμούς των τρένων κυκλοφορεί πολύς κόσμος.
Διαφορετικός κόσμος. Είναι και κάποιοι που φαίνονται πως
Περιμένουν. Κάποια στιγμή σηκώνονται και αποχωρούν.
Έτσι νιώθω. Δεν υπάρχει προορισμός. Δεν υπάρχει έλεος
Μέσα στον καύσωνα του σφυγμού. Μέσα στον καύσωνα των αδένων
Που εκκρίνουν, το ένα μετά το άλλο τελεσίγραφό... δουλειά, αγάπη,
Σπίτι, εφορείες...η δε ψυχή μοιάζει με κειμήλιο πολέμου. Ίσως την εκτιμήσουν
Τα παιδιά.
 
Monday, June 29, 2009
 
politics

Είμαι πάρα πολύ καταδεχτικός άνθρωπος. Δεν έχω μέσα μου πραγματικό μίσος για κανένα και για τίποτα. Ποτέ μου δε θα έκανα εσκεμμένα κακό σε άνθρωπο. Ρύθμισα όλες τις πλευρές της ζωής μου με τέτοιο τρόπο ώστε να ικανοποιώ στο μέγιστο τις προσωπικές μου επιθυμίες χωρίς να βλάπτω τους γύρω μου. Με τον καιρό, μεγαλώνοντας και ωριμάζοντας καταλάγιασε μέσα μου η οργή, οι πόθοι, η απαίτηση για το οτιδήποτε. Άλλοτε ο έρωτας μου φαινόταν πως είναι μια καταδυνάστευση, ένας πνιγμός μέσα στα δίχτυα της μοίρας μου. Άφηνα πρόσωπα να με ακολουθούν, να με στοιχειώνουν. Η μαγεία του πάθους...κατά ένα τρόπο η ζωή μου μεγεθύνονταν, ήταν μεγαλύτερη από μένα, κατακλυσμιαία όπως τα σύννεφα, η βροχή, οι ορμητικοί χείμαρροι. Όμως αυτά τα άφησα στο παρελθόν. Δεν ήταν ζήτημα απόφασης. Δεν ήταν κάτι που αποφάσισα σε μια στιγμή...ήρθε με την πάροδο του χρόνου, μεγάλωσε μέσα μου.

Κοιτούσα τις φωτογραφίες ενός νεαρού τις προάλλες. Φίλος της μικρής αγαπημένης ανηψιάς μου. Μετά από χρόνια ένιωσα ξανά μέσα μου έντονο πόνο. Ζήλεψα τόσο πολύ που δε μπορούσα να το πιστέψω. Ζήλεψα τη νεότητά του, την ομορφιά του. Φαινόταν τόσο αγνός, τόσο θυμωμένος, τόσο προσβλητικός στους γύρω του. Εγώ δεν είμαι πια έτσι. Δε μπορώ να θυμώσω όσο κι αν επιθυμώ μια όμορφη γυναίκα. Δε νιώθω νεύρα όπως παλιά. Μπορώ να την παρακολουθώ οσότου να αφομοιωσώ ολοκληρωτικά το σχήμα του σώματός της αλλά δε θα οργιστώ, δε θα ποθήσω. Λοιπόν η ζήλια είναι ένα άχρηστο συναίσθημα. Αυτό το έχω αποφασίσει εδώ και πολύ καιρό. Το πολύ να σε βοηθήσει να κινητοποιηθείς να αποκτήσεις αυτό που ποθείς ή να το ξεπεράσεις ή στις χειρότερες των περιπτώσεων να βαλθείς να το εξολοθρεύσεις.

Αν οι συνθήκες ήταν διαφορετικές δε θα έγραφα τώρα δε θα υπήρχε λόγος. Αν ήμουν νεότερος, θα βρισκόμουν σε κάποιο γυμναστήριο. Θα ξύριζα τα γεννητικά μου ΄ργανα μου, θα κολυμπούσα, θα διάβαζα φιλοσοφία για να έχω να πω κάτι βαθύ...θα έκανα τα πάντα. Αν υπήρχε χρόνος θα έκανα τα πάντα. Όμως τα πράγματα δεν είναι έτσι. Εγώ είμαι γέρος. Είμαι πλυμμηρισμένος από αγάπη κι από κατανόηση. Όταν παίζουν πιτσιρίκια γύρω μου γελώ σα να με γαργαλούν. Ένας κήπος με όμορφα λουλούδια με κάνει να ανατριχιάζω. Ξύπνω νωρίς, μ αρέσει να βαδίζω στην ακτή. Δε θέλω να αλλάξω τίποτα δε θέλω να αποκτήσω τίποτα...έτσι κι αλλιώς σε λίγο θα φύγω.

Όπως έχουν τα πράγματα δεν υπάρχει διέξοδος. Τουλάχιστον για να είμαι ειλικρινής δεν υπάρχει καλή διέξοδος. Να γίνω νέος είναι αδύνατο. Να πάψω να ζηλεύω είναι επίσεις αδύνατο. Λαχταρώ με όλη μου τη δύναμη να είμαι και πάλι αυτός που υπήρξα.... Πάνω στο κρεβάτι, να κάνω έρωτα ασταμάτητα, να της κρατώ το χέρι το βράδυ, τυφλός από το πάθος μου για το σώμα της. Να την οδηγώ μέσα από τον κόσμο σ ένα δωμάτιο κλειστό. Καλά κρασιά... Αφού δε μπορώ να ξεπεράσω τη ζήλια μου λοιπόν παραγωγικά αποφάσισα να γίνω ο κακός της ιστορίας. Η μετα θάνατον σωτηρία μου δε με απασχολεί έτσι κι αλλιώς. Αποφάσισα λοιπόν να γνωρίσω αυτό το νέο που υπήρξε η αφορμή της παρέκλισης μου από την ευπροσήγορη ζωή μου. Να τον γνωρίσω και να του κάνω τη ζωή του κόλαση...απελπιστική, μονότονη και ανέξοδη...όπως τη δικιά μου.
 
Monday, June 01, 2009
 
Έπιασαν οι ζέστες. Οι αφόρητες εξολοθρευτικές ζέστες. Ότι και να πω, ότι και να κάνω σε αυτή τη ζωή υπάρχει κάτι, ένας εαυτός πίσω από τις μάσκες που βάζω συχνά, υπάρχει κάτι που θα μένει ακέραιο, αναλοίωτο. Είναι ο καυτός ήλιος μέσα μου.

Όχι ο ήλιος των Ινκας, δεν είναι εξωγήινος Θεός ο δικός μου ήλιος, δε φορώ χαιμάλια στα μπράτσα, δε ρουφώ κόκα, ούτε έχω μακριά μαλλιά.

Ο δικός μου ο ήλιος είναι σγουρός και τεμπέλης. Ένας γλυκός χουρμάς για το τέλος κάθε νύχτας που χόρεψα εξουθενωμένος.

Δεν εξηγεί, δεν εξουσιάζει, δεν αποκαλύπτει. Με χάρακα μια φοινικιά μοιράζει τη σκιά πάνω από τα πρόσωπα...Σε ένα κομμάτι χαρτί, ρουφόντας τον καφέ, σημειώνει την αριθμητική μιας γυναίκας και των εβένινων ματιών της.

Ο ήλιος ο δικός μου είναι μουσουλμάνος. Τη γυναίκα του την έχει φασκιωμένη μέσα σε χίλια κι ένα όνειρα.
 
Wednesday, May 20, 2009
 
Σκέφτομαι τους ερωτευμένους. Δεν έχουν καμμία δικαιολογία και καμμία ελπίδα. Δε μιλούν όμορφα, δε γράφουν όμορφα, τις περισσότερες φορές αφήνονται και παρασύρονται από τις κατά τ' άλλα φυσιολογικές ζωές τους...και μέσα σε αυτή την αγχόνη των ανθρώπων και των συνηθειων διαλογίζονται ωσότου να εκπνεύσουν.

Το ερωτικό γράμμα της ...

Καλέ μου, γλυκέ μου, μονάκριβέ μου, σου γράφω από το γωνιακό καφέ της οδού Λ. Είμαι αχτένιστη, άβαφη, δε θα θελα να με δεις σε αυτή την κατάσταση. Φοράω όμως την κοντη στενή φούστα που λάτρευες και τις κάλτσες...Είναι μέρες τώρα που κυκλοφορώ στην πόλη, όπως ο αρχαιολόγος ανάμεσα στα ερείπια. Όπου κι αν κοιτάξω, παρότι με κατακλύζει ο θόρυβος των μηχανών, οι ανθρώπινες ομιλίες, η τύρβη των εργοτάξιων, αδυνατώ να δω ανθρώπους. Φορώ, βλέπεις και τα αγαπημένα σου γυαλιά...τα κράτησα σα φυλαχτό. Σε αναζητώ παντού...μονάχα εσένα. Όλοι οι άλλοι είναι μόνο κόμματα και παρενθέσεις και άστοχα επιρρήματα...ενώ εσύ είσαι ο λόγος μέσα μου.

Πόσο θα θελα να μπορούσα να κρατήσω στα χέρια μου το πρόσωπο σου. Πριν εκραγεί ολοσχερώς η θέληση μου για ζωή, να κρατήσω το πρόσωπο σου σφιχτά και να καλυφθώ από τα θραύσματα. Ξέρω πως δε ζήλεψες ποτέ. Κι ούτε θα ζηλέψεις. Εσύ είσαι σα να ζεις μέσα σε ένα εξαφανισμένο πλοίο. Χωρίς επιθυμίες...σα φάντασμα. Ίσως αυτό να ερωτεύτηκα. Ξέρω λοιπόν πως δε θα ζηλέψεις. Ναι, αποφασισα να περάσω και το τελευταίο κατώφλι της αξιοπρέπειας μου, αποφάσισα να σου τα δώσω όλα. Έπραξα όπως μου παράγγειλες. Αυτοί οι άνδρες ήταν φριχτοί...Με ταπείνωσαν, με έκαναν να αηδιάσω με το σώμα μου...θα ήθελα να μπορούσα να το πετάξω κάπου. Είναι σκουπίδι...είναι ένα μάτσο σκουπίδια...μακριά πόδια, ωραίοι γλουτοί, στήθη...ένα μάτσο σκουπίδια. Έβαλα τα κλάμματα μπροστά τους. Έκλαιγα σα μωρό παιδί. Ίσως τώρα είμαι λίγο σαν κι εσένα. Αυτό δεν ήθελες...με τα μαύρα σου γυαλιά, ατιμέλητη και ξενυχτισμένη σε έναν κόσμο όπου έχει αξία μόνο ότι...ότι διαρκεί αρκετά για να το φυλάξεις στο τάφο. Θα σ’ αγαπάω πάντα.
Δικιά σου,
...
 
Tuesday, May 12, 2009
 
Δεν αντέχω άλλες συναισθηματικές υπερβολές. Με τη θητεία αύξησα και το κάπνισμα και ούτως ή άλλως δυσκολεύομαι να καρδιοχτυπήσω με το πάθος και το ρυθμό που το έκανα παλιότερα.

Μάλιστα δεν αντέχω και τα πάθη των γύρω μου. Μου προκαλούν εκνευρισμό...τους θεωρώ άνθρωπους αδύναμους και έρμαιους στην ανοησία τους. Και βουδιστικά να το δούμε δεν υπάρχει διέξοδος από τέτοιους κύκλους. Άσκοπα σπαταλούν και λόγια και δάκρυα και χρήματα στο ουίσκυ.

Όμως όταν το βράδυ βουρτσίζω τα δόντια στον καθρέφτη, το είδωλο μου, ίσως από την κούραση δε ξέρω, αποκτά δική του υπόσταση. Και δεν είναι πως με κατακρίνει ή πως με λέει υποκριτή. Όχι αυτό δε το κανει...Είναι το ύφος του, η αναπνοή του...μια έξαψη όπως των αθλητών. Μορφασμοί πόυ θα έκανε κάποιος αν τον ξυπνούσε η φωτιά.
 
Tuesday, April 21, 2009
 
MOUSAKA...PITA...DEMOCRACY


Δύο τύποι με μαύρα γυαλιά πίνουν καφέ στο δημόσιο καφέ απέναντι στη Μαρίνα. Τους παρακολουθώ από ώρα. Καπνίζω τάχα αδιάφορος το τσιγάρο μου. Ρουφώ πότε πότε μια γουλιά από τον καφέ μου. Η άνοιξη έχει φέρει μια ανανέωση στον αέρα. Ακόμα και οι γέροι βαδίζουν με νέα δύναμη, τα οστά, οι αδένες, οι μύς έχουν νεύρο.

Κυριαρχούν oi ληχοι των εργαλείων , oi κόρνες, -φουστάνια διέρχονται βιαστικά-, ένα παιδί κυνηγά ένα περιστέρι...κι ανάμεσα η δυστυχής μορφή μου.... Είμαι ένα θεόρατο κεφάλι με μια χοντρή μύτη ακριβώς όπως τ' αγάλματα της νήσου του Πάσχα. Είμαι μεθυσμένος από νωρίς.

Τελευταία αλητεύω πολύ. Παίρνω τους δρόμους απλά. Κάθε μέρα παρατηρώ και κάτι. Εχθές παρατηρούσα κώλους. Μικρές και μεγάλες έχουν βγει για σουλάτσο και παρά τις καθημερινές τους εφιδρώσεις σε γυμναστήρια οι καταθλιπτικές τηλεθεάσεις του χειμώνα έχουν αφήσει το στίγμα τους. Κανένα σώμα δεν έχει τη γλυπτική, εμπορική φινέτσα που επιθυμεί. Κώλοι μεγάλοι, ξεχείλωτοι όπως το ζυμάρι στη λεκάνη, κώλοι σουπρημ.

Σήμερα παρατηρώ ύποπτους τύπους. Τύπους με μαύρα γυαλιά. Τύπους σκοτεινούς. Ζω μέσα σε ένα αστυνομικό μυθιστόρημα. Τα γνωρίζω όλα. Απλά είμαι πολύ κυνικός για να ασχοληθώ. Απολαμβάνω να παρακολουθώ το έγκλημα όπως άλλοτε τους σκυλοκαυγάδες στη γειτονιά. Μια πουτάνα γύρω στα σαράντα καθέται σε ένα απόμερο τραπέζι. Φοράει μπεζ κοντό φουστάνι, ένα αναγεννησιακό σακάκι μέσα από το οποίο βγαίνουν κατάσπρα τα στήθη της. Φοράει γυαλιά ηλίου με επιχρυσωμένο σκελετό.

'Γκαρσόν'. Ένας καραφλός θέλει να παραγγείλει. Ο σερβιτόρος του δίνει τα ρέστα. Σκέφτομαι πως όλοι οι μαλάκες τα έχουν κανονισμένα. Κι εγώ είμαι στην απ' έξω. Ρουφώ το τσιγάρο μου. Πρέπει κάτι να κάνω να μπω στο παιχνίδι. Η μεσόκοπη πουτάνα φεύγει αναστατωμένη -οι τσάντες από τα ψώνια της πέφτουν, ένας αλλοδαπός τη βοηθάει, χαμογελάει σαν άλογο. Ναι σκέφτομαι πως πρέπει να μπω στο παιχνίδι. Υπάρχουν λεφτά, απολαύσεις, σπίτια, κύρος. Υπάρχει έγκλημα εκεί έξω. Πρέπει κάτι να κάνω να μπω στο παιχνίδι.

Σβήνω το τσιγάρο μου και σηκώνομαι να φύγω. Άρον άρον με τα φαγωμένα αθλητικά μου παπούτσια. Διασχίζω το δρόμο, φτάνω στο συντριβάνι. Σκοντάφτω πάνω σε κάτι τουρίστες. Το κεφάλι μου είναι ο μύλος της παιδικής χαράς. Όλα γυρίζουν. Παραπατάω σα τυφλός ανάμεσα στο πλήθος, απλώνω τα χέρια για να μη χτυπήσω. Μου φαίνεται πως καταρρέω. Όταν πια τα γόνατά μου είναι έτοιμα να λυγίσουν καταφέρνω και στηρίζομαι στο πρώτο σώμα που βρίσκω μπροστά μου. Το φως λιγοστεύει. Κρατιέμαι πάνω του απεγνωσμένα. Μέσα στο σκότος της ντίρλας μου βαστώ ένα σώμα σα σημαδούρα. Πέφτω μαζί του ιλιγγιωδώς. Κενό.
 

Archives
July 2006 / August 2006 / September 2006 / January 2007 / May 2007 / June 2007 / July 2007 / October 2007 / February 2008 / March 2008 / April 2008 / June 2008 / August 2008 / September 2008 / October 2008 / November 2008 / December 2008 / January 2009 / April 2009 / May 2009 / June 2009 / July 2009 / August 2009 / September 2009 / October 2009 / November 2009 / December 2009 / January 2010 / February 2010 / March 2010 / June 2010 / August 2010 / October 2010 / December 2010 / January 2011 / January 2012 / July 2012 / August 2013 /


Powered by Blogger

Subscribe to
Posts [Atom]