Χωρίς Στοργή
Κάθομαι σε μια γωνιά και κοιτάζω τη ζωή μου
Και μου θυμίζει ανασκαφή χωρίς ευρήματα.
Τόσα χρόνια κατέβηκα μέχρι το κέντρο της γης
Και το μόνο που έφερα πίσω είναι τον
Εαυτό μου!
Δε με συγκινεί πια το αλκοόλ και ντρέπομαι
Να τηλεφωνήσω στις άκρες μου για
Τσιγάρα. Κάθομαι όπως η μαιμού στο κλαδί
της και περιμένω να πεθάνω.
‘Η κλήση σας δεν αντιστοιχεί σε συνδρομητή του ΟΤΕ’
Υπάρχουν κάποιες ελπίδες σωτηρίας
Μα τις αποστρέφομαι. Αποστρέφομαι τα
Πάντα. Βαριέμαι και τους κολασμένους,
Οι καλύτεροι από αυτούς τρώνε τα κόπρανά
Τους. Μπορώ πια και συμμερίζομαι τους ασκητές.
Ούτε μια μέρα άξια, ούτε μια κουβέντα πλήρης.
Άδεια η μέρα, χωρίς ψωμί. Κοιτάζω το Χριστό
Και λυπάμαι που δε μπορώ να σηκωθώ
Στο κάλεσμα του. Αλλού τα θαύματα όμως φίλε, εδώ,
Το κλείσαμε.
Πίσω από τα σπίτια υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι
Είναι σφαλιχτοι σα σπίτια. Η σκιά τους είναι το δρεπάνι
Του Άδη, ένα ερωτηματικό που απλώνει στο πάτωμα
Και στο τοίχο. Και μετά βγαίνουν έξω χαμογελαστοί
Και άρτιοι. Είναι παντελώς τρελοί!
Θα μπορούσα να σκαρφιστώ ένα σωρό
Εξυπνάδες και κόλπα για να τα βολέψω στο
Μυαλό μου. Αλλά το μυαλό μου δε βολεύεται.
Όχι. Δεν είναι ανατρεπτικό... οι καθαρά ανατρεπτικοί
Άνθρωποι μου είναι αδιάφοροι όσο κι οι παπάδες. Απλά το
Μυαλό μου είναι, πως να το εξηγήσω, αβόλευτο...δε βολεύεται
Χωρίς στοργή.